Η αρκούδα , σύμβολο της άγριας ζωής

ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΟΛΥΠΟΤΑΜΟΥ

 

 Η αρκούδα,

σύμβολο της άγριας ζωής 

Επιμέλεια: Παρλαπανίδης Κυριάκος

 

 

 

 

 Σχολικό Έτος 2009-10

 «Ζωή για την αρκούδα σημαίνει

ζωή για τα δάση και τον άνθρωπο»

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης»

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ

                                                                                                                

ΔΗΜΟΤΙΚΟ   ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΟΛΥΠΟΤΑΜΟΥ

ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ: Παρλαπανίδης Κυριάκος

 

ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΠΕΡ/ΚΗΣ ΕΚΠ/ΣΗΣ: Τσούλης Θωμάς

 

ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ : Nώτας Παναγιώτης

ΤΑΞEΙΣ Α΄, Β΄, Γ΄, Δ΄, Ε΄, ΣΤ΄ .     ΑΡ. ΜΑΘΗΤΩΝ   25.

 

 

ΣΧΟΛ. ΕΤΟΣ. 2009-10.

 

 

       Σχέδιο Εργασίας (Project)

 

2/θέσιο Δημοτικό Σχολείο Πολυποτάμου

Πρόγραμμα : Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

Σχ. Σύμβουλος: Νώτας Παναγιώτης

Υπεύθυνος Π.Ε. :Τσούλης Θωμάς

Εκπαιδευτικοί : Παρλαπανίδης Κυριάκος       Γ΄+Δ΄,

                          Καπολίτσα Αντιγόνη             Α΄+Β΄,

                          Δημητριάδης Δημήτριος         Ε΄+ΣΤ΄.

 

         Περιβαλλοντική Εκπαίδευση

  

ΘΕΜΑ: Η Αρκούδα, σύμβολο της Άγριας ζωής

 

 

Κριτήρια Επιλογής του θέματος

1.Η επιλογή του θέματος έγινε από τους μαθητές σε συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς για να γνωρίσουν την Αρκούδα, το φυσικό περιβάλλον και τη συσχέτισή της με τον άνθρωπο.

2.Να   ευαισθητοποιηθούν οι μαθητές σχετικά με την Αρκούδα που είναι ένα απειλούμενο είδος.

3.Να ανακαλύψουν το ρόλο της Αρκούδας μέσα στα παραμύθια, στις παροιμίες, στα ποιήματα, στους χορούς, στους μύθους, στους θρύλους και να ανατρέψουμε την εικόνα της «Επικίνδυνης για τον άνθρωπο Αρκούδας».

4.Το Θέμα   του σχεδίου εργασίας έχει σχέση με τα διδασκόμενα μαθήματα της Μελέτης περιβάλλοντος, της Αισθητικής Αγωγής, του γλωσσικού μαθήματος, της Γεωγραφίας, της Ιστορίας, των Θρησκευτικών και των Μαθηματικών.

 

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ

 

Επιδιώκουμε την:

1)Ενεργό συμμετοχή των μαθητών στα πλαίσια της επικοινωνιακής διδασκαλίας.

2)Ενίσχυση της ομαδικής δράσης και της κοινωνικοποίησης των μαθητών.

3)Σύνδεση της σχολικής γνώσης με τα ενδιαφέροντα των παιδιών.

4)Ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και της δημιουργικότητας.

5)Ενεργοποίηση της αλληλεγγύης και της συνεργασίας μέσα στην ομάδα.

6)Δημιουργία έργων αισθητικής αγωγής.

 

ΓΝΩΣΤΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ

1)Γνωριμία με την τοπική Ιστορία.(Αναζήτηση και καταγραφή).

2)Απόκτηση πιο ολοκληρωμένης προσωπικής, κοινωνικής και εθνικής ταυτότητας.

3)Καλλιέργεια της ομιλίας, της ακρόασης, της ανάγνωσης και της γραφής.

4)Εξερεύνηση, ανάλυση και αξιολόγηση διαφόρων πληροφοριών, προερχομένων από μαρτυρίες, βιβλία, εφημερίδες και διαδίκτυο.

5)Κατανόηση της σημασίας του φυσικού και ιστορικού περιβάλλοντος της περιοχής τους.

 

ΓΕΝΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ

  1. 1)Ευαισθητοποίηση για τα προβλήματα της περιοχής της οποίας ζουν και προσπάθειες αντιμετώπισής τους.
  2. 2)Προβολή της περιοχής και των δραστηριοτήτων του σχολίου μέσω της εργασίας.
  3. 3)Εθισμός των μαθητών στην παρατήρηση, την έρευνα, την αξιολόγηση και την καταγραφή στοιχείων και γεγονότων.

 

 ΜΕΘΟΔΟΙ   ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

 

       Η μέθοδος που θα εφαρμοστεί είναι η βιωματική-επικοινωνιακή η οποία προάγει τη συνεργασία και την επικοινωνία τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο και σε ομαδικό εφόσον τα παιδιά καλούνται να συνεργαστούν μέσα από βιωματικές καταστάσεις.

ΜΕΣΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

1) Ιστορικά βιβλία, εγκυκλοπαίδειες, εφημερίδες.

2) Φωτογραφικό υλικό.

3) Υλικό για εικαστικές δραστηριότητες.

 

 ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΟ ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

 Η διάρκεια εφαρμογής του προγράμματος εκτείνεται σε όλη τη σχολική χρονιά 2009-10.

 

ΦΑΣΕΙΣ ?ΣΤΑΔΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

 1)Πρωτοβουλία - πρόταση: Η επιθυμία των μαθητών να ασχοληθούν και να μελετήσουν την αρκούδα, αποτελεί το σημείο εκκίνησης. Χρόνος προετοιμασίας ένας μήνας.

2)Ανταλλαγή σκέψεων σχετικά με την πρωτοβουλία. Οι μαθητές συζητούν και εκφράζουν ιδέες, απόψεις και επιθυμίες πάνω στο θέμα που έχουν επιλέξει. Χρόνος δύο εβδομάδες.

3)Διαμόρφωση σχεδίου δράσης. Οι μαθητές διαμορφώνουν το σχέδιο δράσης και καθορίζουν τα στάδια υλοποίησης.

4)Εκτέλεση του σχεδίου, υλοποίηση του προγράμματος.

     Οι μαθητές εργαζόμενοι μόνοι τους ή σε ομάδες υλοποιούν   προγραμματισμένες δραστηριότητες όπως:

  • Διαθεματική   προσέγγιση.
  • Σύνταξη ερωτηματολογίου.
  • Άντληση πληροφοριών από κατοίκους με συνεντεύξεις από βιβλία, διαδίκτυο, από μουσεία και διάφορες υπηρεσίες.
  • Επισκέψεις στο δάσος, και σε Κέντρα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης.
  • Επαναλαμβανόμενα διαλείμματα ενημέρωσης, ανασκόπησης και ανατροφοδότησης, όπου συζητούνται όλα τα βήματα στα οποία έχει προβεί η ομάδα. Επισήμανση των τυχών προβλημάτων και πραγματοποίηση των αναγκαίων διορθώσεων και παρεμβάσεων.
  • Φωτογράφηση αρκούδων και ανεύρεση παλιών φωτογραφιών.
  • Πραγματοποίηση εργασιών Αισθητικής Αγωγής. .
  • Καταγραφή τοπικών παραδόσεων, δοξασιών, ηθών και εθίμων σχετικά με την αρκούδα                                  
  • Σύνταξη σχετικών κειμένων.            
  • Ημερολόγιο δραστηριοτήτων.

5)Περάτωση του σχεδίου.

  • Συγκέντρωση του υλικού.
  • Επεξεργασία του υλικού.
  • Παρουσίαση των αποτελεσμάτων. Στο στάδιο αυτό παρουσιάζονται τα τελικά αποτελέσματα της εργασίας. Γίνεται ο σχεδιασμός της δομής της εργασίας που θα περιλαμβάνει εισαγωγή στην πρώτη σελίδα, επιμέρους ενότητες με επικεφαλίδες, φωτογραφίες, εικόνες, ζωγραφιές και επίλογο με συμπεράσματα, σκέψεις και κρίσεις.
  • Περιεχόμενα και ευχαριστίες.

 

6)Τελική παρουσίαση της εργασίας.

Πραγματοποιείται η έκδοση της, παρουσιάζεται και στη συνέχεια διανέμεται στους μαθητές και σε διάφορους φορείς και κατοίκους.

7)Αξιολόγηση. Η αξιολόγηση θα γίνει με το κατά πόσο επιτεύχθηκαν οι στόχοι του προγράμματος, σε σχέση με τη γενικότερη οργάνωση του σχεδίου εργασίας, με τη μεθοδική πορεία που ακολουθήθηκε και με την ευαισθητοποίηση των μαθητών και των κατοίκων πάνω στο θέμα της συνθετικής εργασίας.

8)Προϋπολογισμός οικονομικού κόστους του προγράμματος.

9)Το προβλεπόμενο κόστος αναμένεται να κυμανθεί γύρω στα 400 ? και θα καλυφθεί από τα έσοδα του σχολείου.

10)Υποστηρικτική βοήθεια για την υλοποίηση του προγράμματος.

qΕπιμορφωτικές συναντήσεις με τον Κ. Σχολικό Σύμβουλο και τον υπεύθυνο περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης κ. Τσούλη Θωμά

qΠαρακολούθηση σεμιναρίων αντιστοίχου ενδιαφέροντος.

qΣυγκέντρωση διδακτικού υλικού από διάφορες πηγές όπως βιβλιοθήκες, διαδίκτυο και βιβλιοπωλεία.

 

Η Αρκούδα

Περιγραφή:

Τα διάφορα είδη άρκτων αποτελούν την ομοιογένεια των αρκτοειδών σαρκοφάγων, των οποίων κυριότερα γνωρίσματα είναι το ότι βαδίζουν πατώντας ολόκληρο το πέλμα, γι' αυτό ονομάζονται πελματοβάμονα ζώα.

Τα βασικά είδη αρκούδας είναι τρία, η καφέ (Ursus Arctos), η μαύρη (Ursus Americanus) και η λευκή (Ursus Polaris).

Η κατασκευή του σώματος είναι χοντροειδής, πόδια μετρίου μεγέθους τα οποία φέρουν πέντε δάκτυλα, έχουν κοντή ουρά, επίσης το ρύγχος προεξέχει αλλά όχι πολύ.

Έχει σωματώδη διάπλαση, τριγωνικό κεφάλι, κυκλικά αυτιά και μικρά μάτια. Τα δόντια τους είναι έτσι κατασκευασμένα ώστε να μπορούν να τρώνε ζωική και φυτική τροφή. Το τρίχωμα μίας ενήλικης αρκούδας παρουσιάζει όλες τις αποχρώσεις του καφέ, ανάλογα με την ηλικία, το φύλο και το περιβάλλον στο οποίο ζει. 

Βιολογία

Η αρκούδα είναι το πιο μεγάλο χερσαίο θηλαστικό της Ευρώπης. Σε φυσιολογικές συνθήκες ζει περίπου 20 με 25 χρόνια.  Ζει σε ορεινές δασικές περιοχές και είναι ζώο παμφάγο (αν και ταξινομικά ανήκει στην τάξη των σαρκοφάγων) με ιδιαίτερη προτίμηση στις φυτικές τροφές και ιδιαίτερη αδυναμία στο μέλι. Αναπαράγεται από το 4ο-5ο έτος της ηλικίας της, ζευγαρώνει κάθε δύο ή τρία χρόνια, την περίοδο  από το Μάιο έως τον Ιούλιο και γεννά το χειμώνα, συνήθως τον Ιανουάριο, κατά τη διάρκεια του χειμέριου ύπνου από ένα έως δύο και σπανιότερα τρία μικρά, τα οποία γεννιούνται τυφλά και γυμνά ενώ ζυγίζουν μόλις 350-400 γραμμάρια. Τα πρώτα 2-3 χρόνια της ζωής τους είναι τα πιο σημαντικά γιατί κατά το διάστημα αυτό διδάσκονται από τη μητέρα-αρκούδα τον τρόπο επιβίωσης μέσα στο δάσος.

 

Εξάπλωση:

Η καφέ αρκούδα (Ursus arctos) έως τον 15ο αιώνα ζούσε σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η καταστροφή των βιοτόπων της και το κυνήγι της, που απαγορεύτηκε μόλις εδώ και δύο δεκαετίες, είναι οι κύριες αιτίες της σταδιακής εξαφάνισής της από τις περισσότερες χώρες. Σήμερα ζει σε μικρούς, αποκομμένους πληθυσμούς και κινδυνεύει να εξαφανιστεί. Στη Γαλλία έχουν απομείνει περίπου 10, ενώ στην Ισπανία και την Ιταλία περίπου από 50. Στην Ελλάδα έως το 19ο αιώνα, η αρκούδα ζούσε ακόμη και στην Πελοπόννησο. Σήμερα έχει περιοριστεί κυρίως στη βόρεια Πίνδο και την κεντρική Ροδόπη. Ο ελάχιστος δυνατός πληθυσμός της υπολογίζεται σε 250 άτομα και αποτελεί το νοτιότερο τμήμα του Βαλκανικού πληθυσμού αρκούδας που δεν ξεπερνά συνολικά τα 2.500-3.000 άτομα. Είναι ωστόσο από τους μεγαλύτερους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η φυσική σύνδεση των πληθυσμών της καφέ αρκούδας στη Βαλκανική θα αυξήσει τις πιθανότητες επιβίωσης του είδους και στη χώρα μας.

 

Βιότοπος:

         Χαρακτηριστικά ενδιαιτήματα τα οποία προτιμά η καφέ αρκούδα είναι τα μικτά δάση κωνοφόρων και φυλλοβόλων που βρίσκονται στην υψομετρική ζώνη μεταξύ 900 και 1700 μέτρων.  Τους θερινούς μήνες συναντιέται επίσης σε καλλιέργειες και οπωρώνες λόγω της διατροφικής τους αξίας.

 

Απειλές:  

Οι κυριότεροι κίνδυνοι για την αρκούδα είναι

  • Ο φόνος από τον άνθρωπο
  • η καταστροφή και υποβάθμιση των βιοτόπων της (αλόγιστη και παράνομη υλοτομία, πυρκαγιές, αλόγιστη διάνοιξη δασικών δρόμων)
  • η  απομόνωση των βιοτόπων σε μικρή και μεγάλη κλίμακα (αλόγιστη διάνοιξη δασικών δρόμων και χωρίς σχεδιασμό και έλεγχο τεχνικά έργα όπως φράγματα, μεγάλοι αυτοκινητόδρομοι)
  • η διακοπή του χειμέριου ύπνου λόγω όχλησης. Ο χειμέριος ύπνος είναι μια διαδικασία συνεχής η οποία μάλιστα αν διακοπεί, δύσκολα ξαναρχίζει, γεγονός που δυσκολεύει την προσπάθεια επιβίωσης κατά τη δύσκολη λόγω έλλειψης τροφής, χειμερινή περίοδο. Επιπλέον, η επιβίωση των νεογνών επιτυγχάνεται μόνο αν η μητέρα δεν απομακρυνθεί από τη φωλιά. 
  • η έλλειψη γνώσης και πληροφόρησης για τα παραπάνω προβλήματα, με αποτέλεσμα την έλλειψη κρατικής ενεργοποίησης καθώς και δραστηριοποίησης των πολιτών.

 

ΑΡΚΟΥΔΑ ΚΑΙ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ

Ο μύθος της Καλλιστώς

Καλλιστώ ήταν κόρη του βασιλιά Λυκάονα. Από μικρή είχε ορκιστεί στην Άρτεμη πως θα μείνει για πάντα παρθένα, αφιερωμένη στη θεά. Έτσι πήγε να ζήσει μαζί της στο δάσος κυνηγώντας άγρια θηρία. Κάποτε την είδε ο Δίας και την ερωτεύτηκε. Την ξεγέλασε και την ανάγκασε να ξαπλώσει μαζί του. Η Καλλιστώ έμεινε έγκυος. Ο Δίας όμως ήξερε πως, αν το μάθαινε η Ήρα, θα θύμωνε με την Καλλιστώ, γι? αυτό και την μεταμόρφωσε σε αρκούδα. Η Ήρα, όταν έμαθε τι είχε συμβεί, ζήτησε από την Άρτεμη να σκοτώσει με τα βέλη της την Καλλιστώ. Η Άρτεμη συμφώνησε να τη σκοτώσει, γιατί δεν κράτησε τον όρκο της. Όταν τη σκότωσε, ο Δίας πήρε το μωρό και το έδωσε σε μια γυναίκα στην Αρκαδία να το μεγαλώσει. Το ονόμασε Αρκάδα. Αυτός έγινε αργότερα ο πρώτος βασιλιάς της Αρκαδίας. Την Καλλιστώ την έβαλε στον ουρανό και την ονόμασε Άρκτο.

Άλλοι λένε πως η ίδια η Ήρα μεταμόρφωσε την Καλλιστώ σε αρκούδα και μετά για χάρη της η Άρτεμη τη χτύπησε με το τόξο της. Ο Δίας έστειλε τον Ερμή για να σώσει το παιδί που είχε η Καλλιστώ στην κοιλιά της. Την Καλλιστώ την έκανε αστέρι με το όνομα Μεγάλη Άρκτος. Η Ήρα, που δεν έπαψε να είναι θυμωμένη, ζήτησε από τον Ωκεανό, το ποτάμι που περιβάλλει τη γη, να μην την αφήσει ποτέ να λουστεί στα νερά του. Έτσι η Μεγάλη Άρκτος δεν δύει ποτέ.

Άλλοι πάλι λένε πως η Καλλιστώ, μεταμορφωμένη σε αρκούδα, τριγυρνούσε χρόνια πάνω στη γη ψάχνοντας το γιο της, τον Αρκάδα. Όταν τον βρήκε, άντρα πια, θέλησε να τον αγκαλιάσει. Εκείνος, καθώς δεν ήξερε πως η αρκούδα ήταν η μητέρα του, ετοιμάστηκε να τη σκοτώσει. Ο Δίας όμως τους λυπήθηκε και τους πήρε κοντά του στον ουρανό. Εκείνη ονομάστηκε Άρκτος και ο γιος της Αρκτούρος, δηλαδή ο φύλακας της Άρκτου.

Μια αρκούδα μεγαλώνει τον Πάρη

       Όταν η Εκάβη τον κυοφορούσε τον Πάρη, ονειρεύτηκε ότι θα γεννούσε ένα φλέγοντα πυρσό που θα έσταζε αίμα και θα έκαιγε την Τροία. Ο Αίσακος, εξώγαμος γιος του Πριάμου και ονειροκριτής, συμβούλεψε τον πατέρα του να σκοτώσει το μωρό μόλις γεννιόταν, ειδάλλως οι μέρες της Τροίας θα ήταν μετρημένες. Ο φόνος του Πάρη αναλήφθηκε από ένα δούλο, ο οποίος, όμως, λυπήθηκε το μωρό και το άφησε στους λόφους του βουνού Ίδα, όπου και ανατράφηκε από μια θηλυκή αρκούδα και αργότερα, ανεβρέθηκε από ένα βοσκό που τον μεγάλωσε. Αργότερα, ο Πάρις αναγνωρίστηκε από την οικογένειά του και έγινε δεχτός με μεγάλη χαρά από το παλάτι.

ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΑΙΣΩΠΟΥ

Οι δυο φίλοι και η αρκούδα


         Κάποτε δυο φίλοι βάδιζαν στον ίδιο δρόμο. Περπατούσαν σε ένα δρόμο άγνωστο μέσα από βουνά και κοιλάδες. Παρόλο που βρισκόταν σε άγνωστο μέρος, ο άντρας ένοιωθε ασφαλής γιατί, ήταν σίγουρος ότι ο φίλος του θα τον βοηθούσε να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε κίνδυνο εμφανιζόταν μπροστά τους.

Εκεί που περπατούσαν και συζητούσαν για να περάσει η ώρα, ξαφνικά μια αρκούδα παρουσιάστηκε μπροστά τους, στην μέση του δρόμου. Ο ένας άντρας, έτρεξε γρήγορα σε ένα κοντινό δέντρο, άρπαξε ένα κλαδί και σκαρφάλωσε. Έτσι κατάφερε να γλιτώσει από την αρκούδα που δεν τον έβλεπε. Ο άλλος άντρας, έμεινε για μια στιγμή ακίνητος και μετά έπεσε στο έδαφος με σκοπό να υποκριθεί ότι είναι νεκρός.
         Το άγριο θηρίο, έτρεξε αμέσως πάνω από τον άντρα που ήταν στο έδαφος, με σκοπό να αρπάξει το θύμα του. Με τα γαμψά αρκουδίσια νύχια της, σήκωσε τον κακόμοιρο άντρα από το έδαφος. Τα πόδια και τα χέρια του άντρα είχαν γίνει, από τον φόβο του, τόσο άκαμπτα και παγωμένα ώστε η αρκούδα νόμισε ότι πραγματικά είχε βρει ένα πτώμα. Έτσι, παρά τον θυμό της, εγκατέλειψε τον άντρα και έφυγε μακριά, για
να πάει στην φωλιά της.

Όταν ο άλλος αισθανόταν πλέον ασφαλής αφού δεν έβλεπε την αρκούδα κατέβηκε από τον δέντρο και ρώτησε τον σύντροφο του θέλοντας να κάνει και τον έξυπνο «Πες μου φίλε μου, τι σου είπε η αρκούδα όταν ήσουν ξαπλωμένος, τρέμοντας από τον φόβο; Πρέπει να σου είπε πολλά πράγματα σε αυτήν την μακριά συζήτηση σας».
Κι εκείνος του απάντησε: «Να μην ταξιδεύω από δω και μπρος με φίλους
που με εγκαταλείπουν την ώρα του κινδύνου».

 Η Αρκούδα στην Αγία Γραφή

 

Αρκούδα (Άρκτος)

(Β' Σαμουήλ 17:8, Θρήνοι 3:10, Ωσηέ 13:8)

Ζώο σαρκοφάγο, θηλαστικό. Κατοικεί σε δάση (Β' Βασιλέων 2:24) και επιτίθεται σε ανθρώπους (Β' Βασιλέων 2:24, Αμώς 5:19) και σε κοπάδια (Α' Σαμουήλ 17:34). Γίνεται ιδιαίτερα άγρια όταν στερηθεί τα μικρά της (Β' Σαμουήλ 17:8, Παροιμίες 17:12). Ο Δαβίδ σκότωσε αρκούδα με δύναμη από Θεού (Α' Σαμουήλ 17:36-37). Ήταν το δεύτερο θηρίο το οποίο είδε ο Δανιήλ στο όραμά του (Δανιήλ 7:5). Στην Αποκάλυψη αναφέρεται ότι του θηρίου είχε πόδια αρκούδας (13:2). Απεικονίζει το Θεό στις κρίσεις Του (Θρήνοι 3:10, Ωσηέ 13:8).

 

 

ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΚΟΥΔΑ

 

«Νηστικό αρκούδι δε χορεύει»

     Ο απλήρωτος ή κακοπληρωμένος εργάτης ή υπάλληλος δε δουλεύει με όρεξη και δεν αποδίδει στη δουλειά του.

«Αντί για λαγό έβγαλε αρκούδα.»

Συχνά, όσοι αναμένουν κάτι καλό πέφτουν σε απροσδόκητη συμφορά. 

«Και η αρκούδα μαθαίνει να χορεύει.»

       Φανερώνει την επίδραση της ανατροφής, όταν δηλαδή μπορεί να αλλάξει ακόμα και τους πιο βάναυσους χαρακτήρες.

?Στη γειτονιά σου χορεύει αρκούδα; περίμενε και στην πόρτα σου?.
           Που σημαίνει ότι κάποιο κακό που γίνεται δίπλα σου , πλησιάζει.

 «Σαν πόσα βατσινόμπουρα ?ς της αρκουδιάς τον κώλον;»

Η παροιμία λέγεται για τους αισχροκερδείς και τους αηδιαστικούς. Ματαιοπονεί, δηλαδή, αυτός που θέλει να υπολογίσει από πόσα βάτα πέρασε η αρκούδα.

 

 «Της αρκούδας άμα βγάλεις τη χαλικάδα τότε θα ιδείς αν είν? ήμερη ή άγρια»

Ο χαρακτήρας του πονηρού ανθρώπου φαίνεται καθαρά, όταν δεν τον συγκρατούν ο φόβος και η βία, και δε θεωρεί αναγκαίο να υποκρίνεται..


                                 Φάτε αρκούδες, φάτε λύκοι.

                 Φανερώνει την αναρχία και την ακαταστασία

 

Από το λύκο γλίτωσε στην αρκούδα έπεσε.

                     Από το κακό στο χειρότερο.

Οι Πόντιοι έχουν τις παρακάτω παροιμίες

 «Άρκου μαλλίν μετάξ? κι γίνεται»

Όπως από τις τρίχες της αρκούδας δεν είναι δυνατόν να κατασκευαστεί μετάξι, έτσι και από πονηρό άνθρωπο δεν πρέπει να περιμένουμε τίποτε καλό.

« Η άρκο ς παίζει μετ? εσέν, να παίξει και μετ? αύτον»

                             Το κακό που σε βρήκε θα έβρει κι αυτόν.

 

«Τον άρκον έστειλαν ?ς σορμάνιν, κ? εφορτώθεν όλον τορμάνιν»

Λέγεται για τους πλεονέκτες.

 

«Τα καλά τ? απίδα άρκον τρώει ατά»

Λέγεται για ανάξιο γαμπρό που παίρνει ωραία γυναίκα.

?Το καλόν το απίδιν άρκον τρώει το?.
Λέγεται για κάτι ωραίο που το παίρνει ανόητος άνθρωπος. Πιο συχνά λέγεται όταν κάποιος άσχημος ή ηλίθιος τύχει να παντρευτεί όμορφη ή εξαιρετική γυναίκα.

Άρκον στα ξύλα έστειλαν κι εγκρίζεψεν το δάσος?.
Δηλαδή έστειλαν την αρκούδα στο δάσος για ξύλα και ξερίζωσε το δάσος. Μεταφορικά σημαίνει, τον ανόητο που του λες κάτι συγκεκριμένο και αυτός κουβαλάει στη τύχη όλα.

 

Ιερά Οδός (Σικελιανός Άγγελος)   (από τον Λυρικό Bίο, E΄, Ίκαρος 1968)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Από τη νέα πληγή που μ' άνοιξεν η μοίρα
έμπαιν' ο ήλιος θαρρούσα στην καρδιά μου
με τόση ορμή, καθώς βασίλευε, όπως
από ραγισματιάν αιφνίδια μπαίνει
το κύμα σε καράβι π' ολοένα
βουλιάζει... Γιατί εκείνο πια το δείλι
σαν άρρωστος, καιρό, που πρωτοβγαίνει
ν' αρμέξει ζωή απ' τον έξω κόσμον, ήμουν
περπατητής μοναχικός στο δρόμο
που ξεκινά από την Αθήνα κι έχει
σημάδι του ιερό την Ελευσίνα.
Τι ήταν για μένα αυτός ο δρόμος πάντα
σα δρόμος της Ψυχής... Φανερωμένος
μεγάλος ποταμός, κυλούσε εδώθε
αργά συρμένα από τα βόδια αμάξια,
γεμάτα αθεμωνιές ή ξύλα, κι άλλα
αμάξια, γοργά που προσπερνούσαν
με τους ανθρώπους μέσα τους σαν ίσκιους...

Μα παραπέρα, σα να χάθη ο κόσμος
κι έμειν' η φύση μόνη, ώρα κι ώρα
μιαν ησυχία βασίλεψε... Κι η πέτρα,
π' αντίκρισα σε μια άκρη ριζωμένη,
θρονί μού φάνη μοιραμένο μου ήταν
απ' τους αιώνες. Κι έπλεξα τα χέρια,
σαν κάθισα, στα γόνατα, ξεχνώντας
αν κίνησα τη μέρα αυτή ή αν πήρα
αιώνες πίσω αυτό τον ίδιο δρόμο...

Μα να. στην ησυχία αυτή απ' το γύρο
τον κοντινό προβάλανε τρεις ίσκιοι.
Ένας Ατσίγγανος αγνάντια ερχόνταν,
και πίσωθέ του ακλούθααν, μ' αλυσίδες
συρμένες δυο αργοβάδιστες αρκούδες.

Και να. ως σε λίγο ζύγωσαν μπροστά μου
και μ' είδε ο Γύφτος, πριν καλά προφτάσω
να τον κοιτάξω, τράβηξε απ' τον ώμο
το ντέφι και, χτυπώντας το με το 'να
χέρι, με τ' άλλον έσυρε με βία
τις αλυσίδες. Κι οι δυο αρκούδες τότε
στα δυο τους σκώθηκαν βαριά... Η μία
(ήτανε η μάνα φανερά), η μεγάλη,
με πλεχτές χάντρες όλο στολισμένο
το μέτωπο γαλάζιες, κι από πάνω
μιαν άσπρη αβασκαντήρα, ανασηκώθη
ξάφνου τρανή, σαν προαιώνιο να 'ταν
ξόανο Μεγάλης Θεάς, της αιώνιας Μάνας,
αυτής της ίδιας που ιερά θλιμμένη,
με τον καιρόν ως πήρε ανθρώπινη όψη,
για τον καημό της κόρης της λεγόνταν
Δήμητρα εδώ, για τον καημό του γιου της
πιο πέρα ήταν Αλκμήνη ή Παναγία.
Και το μικρό στα πλάγι της αρκούδι,
σα μεγάλο παιχνίδι, σαν ανίδεο
μικρό παιδί, ανασκώθηκε κι εκείνο
υπάκοο, μη μαντεύοντας ακόμα
του πόνου του το μάκρος και την πίκρα
της σκλαβιάς που καθρέφτιζεν η μάνα
στα δυο πυρρά της που το κοίτααν μάτια!

 

Αλλ' ως από τον κάματον εκείνη
οκνούσε να χορέψει, ο Γύφτος μ' ένα
πιδέξιο τράβηγμα της αλυσίδας
στου μικρού το ρουθούνι, ματωμένο
ακόμα απ' το χαλκά που λίγες μέρες
φαινόνταν πως του τρύπησεν, αιφνίδια
την έκαμε, μουγκρίζοντας με πόνο,
να ορθώνεται ψηλά, προς το παιδί της
γυρνώντας το κεφάλι, και να ορχιέται
ζωηρά...
           Κι εγώ, ως εκοίταζα, τραβούσα
έξω απ' το χρόνο, μακριά απ' το χρόνο,
ελεύτερος από μορφές κλεισμένες
στον καιρό, από αγάλματα κι εικόνες.
ήμουν έξω, ήμουν έξω από το χρόνο...

Μα μπροστά μου, ορθωμένη από τη βία
του χαλκά και της άμοιρης στοργής της,
δεν έβλεπα άλλο απ' την τρανήν αρκούδα
με τις γαλάζιες χάντρες στο κεφάλι,
μαρτυρικό τεράστιο σύμβολο όλου
του κόσμου, τωρινού και περασμένου,
μαρτυρικό τεράστιο σύμβολο όλου
του πόνου του πανάρχαιου, οπ' ακόμα
δεν του πληρώθη απ' τους θνητούς αιώνες
ο φόρος της ψυχής... Τι ετούτη ακόμα
ήταν κι είναι στον Άδη...
                                            Και σκυμμένο
το κεφάλι μου κράτησα ολοένα,
καθώς στο ντέφι μέσα έριχνα, σκλάβος
κι εγώ του κόσμου, μια δραχμή...
                                                      Μα ως, τέλος,
ο Ατσίγγανος ξεμάκρυνε, τραβώντας
ξανά τις δυο αργοβάδιστες αρκούδες,
και χάθηκε στο μούχρωμα, η καρδιά μου
με σήκωσε να ξαναπάρω πάλι
το δρόμον οπού τέλειωνε στα ρείπια
του Ιερού της Ψυχής, στην Ελευσίνα.
Κι η καρδιά μου, ως εβάδιζα, βογκούσε:
«Θα 'ρτει τάχα ποτέ, θε να 'ρτει η ώρα
που η ψυχή της αρκούδας και του Γύφτου,
κι η ψυχή μου, που Μυημένη τηνε κράζω,
θα γιορτάσουν μαζί;»
                                      Κι ως προχωρούσα,
κι εβράδιαζε, ξανάνιωσα απ' την ίδια
πληγή, που η μοίρα μ' άνοιξε, το σκότος
να μπαίνει ορμητικά μες στην καρδιά μου,
καθώς από ραγισματιάν αιφνίδια μπαίνει
το κύμα σε καράβι που ολοένα
βουλιάζει... Κι όμως τέτοια ως να διψούσε
πλημμύραν η καρδιά μου, σα βυθίστη
ως να πνίγηκε ακέρια στα σκοτάδια,
σα βυθίστηκε ακέρια στα σκοτάδια,
ένα μούρμουρο απλώθη απάνωθέ μου,
ένα μούρμουρο,
                             κι έμοιαζ' έλεε:
                                                     «Θα 'ρτει…»

 

               

(Μια πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση)

Η οδός προς την Ελευσίνα «Ιερή Ελευσίνα ήπια στερνός το αδρό
ποτό σου,
και η ζωή πλημμύρισε βαθιά μου σ? άκρη απαντοχή»
Εγχείρημα ανάλυσης και προσέγγισης στο Ποίημα του ΣικελιανούΠαρουσιάστηκε στο 22o Συμπόσιο Ποίησης
Πάτρα, 5 ? 7 Ιουλίου 2002
Δυο γεωγραφικά ορόσημα των αρχαίων φυσικών χώρων, η Ελευσίνα και οι Δελφοί, ήταν κατά τον Ποιητή, τα παιδευτικά και πολιτισμικά κέντρα των Ορφικών. Η Ελευσίνα για τον καταρτισμό των μυστών, οι Δελφοί για τη διατύπωση και την εφαρμογή των ηθικών και πολιτικών θεσμών (Τ. Δημόπουλου: Τετράδια «Ευθύνης» 11, σ. 153).
Εμείς, επιτρέψατέ μου να γίνουμε νοεροί προσκυνητές ή μάλλον οδοιπόροι ? αναζητητές, προς το Ιερό της Ελευσίνας και να βροντοφωνήσουμε με το σωζόμενο από τον Αισχύλο απόσπασμα των Ελευσινίων: «Δήμητερ, η θρέψασα την εμήν φρένα κατέδειξόν με άξιον μυστηρίων».
Αυτό το μεγαλόπνοο, φλογερό και λυρικό και ίσως ένθεο του Σικελιανού έργο, επιλέξαμε την «Ι ε ρ ά ο δ ό»! να παρουσιάσουμε στο Συμπόσιο Ποίησης, το 2002.
Μόνο μη με ρωτήσετε το γιατί επέλεξα αυτό το ποίημα ή τον ποιητή... Αδύνατο να σας το θεμελιώσω λογικά ή με επιχειρήματα βάσιμα και αφοπλιστικά! Δεν θα δυνηθώ! Απλώς με συγκίνησε πιότερα... θα μπορούσα να πω (μαζί με το ΕΝ Πλατή Τετράδια «Ευθύνης» 11, σ. 96).
Μεγαλόπνοο, με «οικουμενική εποπτεία»! Ίσως το σημαντικότερο αισθητικά έργο του Σικελιανού (Συμφωνώντας με τον ΕΝ. Πλατή, αλλά συγχρόνως και διαφωνώντας μαζί του!).
Αλλά πιστεύουμε για κάτι ακόμη πιο σημαντικό προκρίναμε την «Ιερά Οδό». Διότι το ποίημα αυτό ήταν επίκαιρο, παραμένει επίκαιρο και θα είναι για πάντα διαχρονικά ε π ί κ α ι ρ ο, διότι είναι η αποστροφή της σκλαβιάς και ο ύμνος στην αναζήτηση της ελευθερίας.
Ας επιχειρήσουμε, να προσεγγίσουμε το ποίημα τούτο! Μια πηγαία, εσωτερική ραβδοσκόπηση... χωρίς κριτική ή αναλυτική (φιλολογικά ή βαθυστόχαστα) διάθεση... απλώς ως προ-ανάκρουσμα, πνευματική και ψυχική προετοιμασία, για να δεχθούμε ως... «θεία μετάληψη» του Ποιητή το Λόγο. Όταν κοινωνούμε αισθητικά, νοητικά και επεξηγηματικά μ? ένα ποίημα... αυτομάτως «ενδυόμεθα» (κατά την εκκλησιαστική έκφραση) τη μορφή του_ μεταλαμβάνουμε κάτι από το «νέκταρ» που προσφέρει και επέρχεται μια γενικότερη δική μας « μ ε τ α μ ό ρ φ ω σ η ». Με άλλα λόγια το κάνουμε πιο... δικό μας, ίσως και να το οικειοποιούμεθα.
ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ...Πριν όμως αρχίσουμε την... α ν ά λ υ σ η θα πρέπει να διευκρινίσουμε και να επισημάνουμε κάτι ακόμη πολύ σημαντικό!... Πόσο δύσκολο, επίμονο, ίσως και α-κατόρθωτο είναι... να θελήσει κάποιος όχι ν? αναλύσει!, αλλά απλώς να... «α γ γ ί ξ ε ι» ένα ποίημα του Σικελιανού (οποιοδήποτε)... Διότι αυτά ξεπερνούν το λεκτικό και υποκριτικό τους βάθρο ή βάθος, οι ρίζες τους βυθίζονται βαθιά και πάλλουν ένα... άρρητο, ανέκφραστο... μυστικό ρίγος. Αυτό το Απολλώνιο και συγχρόνως Διονυσιακό ρίγος (όπου το Απολλώνιο ως λογική σκέψη βασιλεύει, διαφεντεύει και το Διονυσιακό, ως συναίσθημα, δονείται και πάλλεται μέσα του) θα το χαρούμε, θα το βιώσουμε όταν ακούσουμε στο τέλος... τα ίδια του Άγγελου λόγια (Ως Αρχάγγελου φωνή, που μας μεταφέρει ή μας μεταδίδει το «μυστικό» μήνυμά του!). Η ελευθερία πρέπει να «σταυρωθεί», να... «δεσμευτεί» (σαν τις δυο περήφανες αρκούδες!) για να εξαγνιστεί και γίνει πάλι λεύτερη και παγκόσμια! Για να ελευθερωθούν όχι μόνο οι σκλάβοι αλλά και οι δυνάστες (όσοι αλυσοδένουν αυτούς και τη λευτεριά τους) και όλοι εμείς μαζί τους... σ? ένα υπέρχρονο, αέναο, παγκόσμιο... χορό Συμφιλίωσης, Αγάπης και Οικουμενικότητας (που γι? αυτή πάσχιζε και αυτήν εκφράζει γενικά ο Σικελιανός, ιδίως όμως σ? αυτό το ποίημά του).
Διότι η Ποίηση του Σικελιανού εδώ όπως και σ? αρκετά άλλα, σαν «Το Κατορθωμένο Σώμα», δεν είναι ήχος λύρας που δονείται!, αλλά νευρά τόξου που τεντώνεται προς τον άνθρωπο, προς τον Θεό, προς το Σύμπαν έτοιμη να «σπάσει»! Μια έκφραση, νοηματική και αισθητική, στη δ ι α π α σ ώ ν !... Πιστεύουμε ότι η Ιερά Οδός... εκφράζει τον πόνο της σκλαβιάς, την ανάγκη ν? απαλλαγούμε από αυτόν τον πόνο, από αυτή τη σκλαβιά και ν? απαλλάξουμε ό λ ο υ ς τους Σκλάβους (και εδώ φανερώνεται η Διαχρονικότητα ή η συνεχής Επικαιρότητα). Ο ποιητής ευαγγελίζεται την Α π ε λ ε υ θ έ ρ ω σ η... Οραματίζεται την Λευτεριά! Πως όμως; Μέσα από την Κάθαρση. (Δεν μας το λέει φανερά, ούτε μας το εκφράζει ο Ποιητής!, αλλά για ποιόν άλλο λόγο μας πάει στην... Ελευσίνα;). Στην Ελευσίνα και στα «Ελευσίνια» συντελείται η Κάθαρση, το Ξαναγέννημα του Ανθρώπου και τότε... Μέσα από την... Κάθαρση θα βγούνε αδελφωμένες, η ψυχή η σκλάβα του Δυνάστη, (εδώ του Γύφτου που τη... βασανίζει) και η ψυχή του Ποιητή (η μυημένη). Ίσως μαζί της η δ ι κ ή μας ψυχή, που δέχεται «αντίδωρο» θεϊκό του Σικελιανού το λόγο, το λυρικό και συμβολικό!
ΠΡΩΤΗ, ΓΕΝΙΚΑ, ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΑν θελήσουμε να διακρίνουμε μέσα από του ποιήματος την ενότητα, ως επιμέρους στάσεις ή θέσεις ή διαφορετικούς ρυθμούς ή «στιγμές» ή ακτίνες προσανατολισμού ή εξακοντίσεις... πνευματικές, τρία στοιχεία, ίσως αυτά είναι: - Πρώτα ο Σφυγμός της Ζωής, το Εγώ, η προσωπική του Ποιητή φωνή. Ο Δρόμος που ακολουθεί η ψυχή του, όταν σαν «άρρωστη από καιρό» βγαίνει στον ήλιο (που διεισδύει μέσα του) ν?«αρμέξει τη ζωή» (Τι ωραία έκφραση φίλοι μου!). - Στη συνέχεια... Το εγώ που τώρα ανοίγεται... στη Φύση και στους άλλους (καθώς βαδίζει το Δρόμο τον Ιερό, το Δρόμο της Ψυχής). Ανταμώνει άλλους ανθρώπους! ενώ πλάι του κυλάει «φανερωμένος μεγάλος ποταμός». Κάτι που μας θυμίζει, ίσως, το δεύτερο μέρος από την «Ποιμενική» του Μπετόβεν, καθώς πλησιάζει η... καταιγίδα... - Τρίτο (και ουσιαστικότερο)... Έρχεται ο μύθος με τα σύμβολά του! Ο Ατσίγγανος, ο Γύφτος (ο Δυνάστης), με τις δυο «αργοβάδιστες αρκούδες». Τις εξαναγκάζει να χορέψουν μπροστά στα μάτια του Ποιητή... Και ο Ποιητής διακρίνει μέσα από τη Μάνα Αρκούδα, «όλου του κόσμου τις μανάδες»... Νιώθει σύγκορμα... το βασανισμό, τον πόνο, τη σκλαβιά της περήφανης αρκούδας που λαχταράει τη Λευτεριά της, την Απελευθέρωσή της. Ακόμη και του Δυνάστη της το λυτρωμό, την κάθαρση που ευαγγελίζεται και υπόσχεται το ιερό της Ελευσίνας, εκεί που τραβούν όλοι... Εκεί που μας Οδηγεί...ο Άγγελος! Ο ιερέας, ο αθλητής, ο μύστης, ο προφήτης (όπως αυτοαποκαλείται στο «Δελφικό Λόγο» ΛΒδ 145-142) ο βαθύς Στοχαστής (όπως τον χαρακτηρίζει η Κικίλια).
ΕΙΚΟΝΟΠΛΑΣΤΗΣΕικονοπλάστης μέγας, δυνατός, ο Σικελιανός ? αρχίζει την Ιερά Οδό! αυτοφωτογραφίζοντας τον εαυτό του. Μας φανερώνεται ? λαβωμένος... με «νέα πληγή που μ? άνοιξε η μοίρα», και μέσα από την πληγή του... «έμπαινε ήλιος»! Δεν θέλω να μείνω στο συμβολισμό του ήλιου, απλώς να σημειώσω επιγραμματικά: ο ήλιος φωτοδότης, πλάστης, δημιουργός αλλά ενίοτε και καταστροφικός! Θυμηθείτε την ηλιοθεραπεία ? ομορφιά, μαύρισμα, αλλά και αυξημένος κίνδυνος για όγκους, μελανώματα, πρόωρο γέρασμα κ.ά.). Μήπως, φίλοι μου, και η έμπνευση δεν είναι σαν ? ηλιαχτίδα! που εισχωρεί μέσα μας, από κάποια... «πληγή»! Και ο "ήλιος έμπαινε, θαρρούσα στην καρδιά μου με την ορμή όπως... από ραγισματιά αιφνίδια μπαίνει το κύμα σε καράβι που ολοένα βουλιάζει...» Με μια αντιθετική εικόνα... μας πάει στο καράβι που βουλιάζει... (Εδώ στην αρχή ο ήλιος, ενώ στου ποιήματος το τέλος θα δούμε να εισβάλλει το σκότος). Πιθανώς, συνεχώς «βουλιάζουμε»... ενδοσκοπώντας τον εαυτό μας (τόσο στο φως με τον ήλιο, όσο και τη νύχτα με το σκότος). Ίσως είναι μια αναζήτηση... αυτοσυνείδησης (ποιος ξέρει; τι ακριβώς ήθελε ο Ποιητής να εκφράσει... Δικές μας εκδοχές, υπαινιγμούς και υποψίες μπορούμε μόνο να εκφράζουμε!). Ίσως το «καράβι» που βουλιάζει να είναι η «ψυχή» μας ή η «καρδιά» μας! Μια «πληγή» στο κορμί ή τη ψυχή, για να μπει ο ήλιος, μια ραγισματιά, ένα ρήγμα στο καράβι να εισδύσει το κύμα για να το βουλιάξει! Και είναι δειλινό!, ώρα μαγεμένη, καθώς η μέρα μας αποχαιρετά και η νύχτα προσμένει να ?ρθει. Και ο ποιητής «σαν άρρωστος καιρό», που πρωτοβγαίνει «ν? αρμέξει» (να χαρεί) τη ζωή! απ? τον έξω κόσμο... Και γίνεται οδοιπόρος, «περπατώντας μοναχικός» μας λέει ο Άγγελος... Ξεκινά από την πόλη της Γνώσης, της Σοφίας, της Αθηνάς, την Αθήνα «κι έχει σημάδι» ? προορισμό «ιερό... την Ελευσίνα». Και ο δρόμος, η μυστική αυτή Ατραπός Αναζήτησης και εσώτερης πορείας, ποια άλλη; Από την Ι ε ρ ά Ο δ ό ! , που την ταυτίζει ο Σικελιανός με το Δ ρ ό μ ο τ η ς Ψ υ χ ή ς . Σκεφτείτε το! Ίσως μας καλεί και μας προσκαλεί και μας, τον καθένα μας, στον Ιερό αυτό Δρόμο, να πορευθούμε ή να συμπορευθούμε!... Ίσως να ακολουθήσει ο καθένας μας το Δρόμο της δικής του Ψυχής!... Πλάι μας, αργοκυλάει «φανερωμένος ο μεγάλος ποταμός» που ίσως εκδηλώνει με την αιώνια κίνησή του, τη ροϊκότητα των στιγμών, την αέναη κίνηση! Ίσως για τον Ποιητή να του θυμίζει, συμβολικά, τον Αλφειό ποταμό!, που ενώ χύνεται στη μεγάλη θάλασσα, κρατάει ακέρια την αυτονομία του! Τα γλυκά του νερά, για να πάει να ανταμώσει και να σμίξει «ερωτικά» με την Αρεθούσα στη Σικελία και όπως γράφει ο ίδιος ο Σικελιανός (Στο «Μια κατάθεση Ψυχής» σ. 18) «Τα νερά του δεν ανακατευόταν με τα νερά της θάλασσας. Ήταν γλυκά κι ολόδροσα, όπως όταν πρωτόβγαιναν από τις πηγές. Ο πειρασμός της απληστίας δεν τ? άγγιζε. Μια άγνωστη, ουσιαστική αγνότητα τα κυβερνούσε από την αρχή ως το τέλος». Κίνηση όμως δεν έχει μόνο ο ποταμός, αλλά και ο δρόμος. Η Ιερά Οδός δεν είναι ερημική... «αργά συρμένα από βόδια αμάξια γεμάτα αθημωνιές ή ξύλα, κι άλλα αμάξια γοργά που προσπερνούσαν με τους ανθρώπους μέσα τους σαν ί σ κ ι ο υ ς !...» «Ίσκιος» και η ζωή του ανθρώπου! Σκιές που φανερώνουν ότι κάποιοι διάβηκαν, πέρασαν, μπορεί να μην είδαμε τα πρόσωπά τους και ούτε αυτοί τα δικά μας..., αλλά σίγουρα ήταν ίσκιοι ανθρώπινοι και άνθρωποι που φαίνονταν ως... ίσκιοι! Και λίγο πιο κάτω, «παραπέρα, σα να χάθη ο κόσμος κι? έμειν? η φύση μόνη»... ολομόναχη μέσα στην ησυχία και τη σιωπή της... Είναι γνωστό με πόση δύναμη, ενέργεια «ζωγραφίζει», «απεικονίζει» ο Άγγελος τη φύση... και εισχωρεί στις πιο κρυφές λεπτομέρειές της (όπως μας αναλύει και η Όλγα Βότση. Τετράδια «Ευθύνης» 11, σ. 44). Και τότε αντικρίζει μια πέτρα, σαν θρονί, λες και τον... καρτερούσε..., για να σταθεί και να ξαποστάσει ο στρατοκόπος-οδοιπόρος, ο Αναζητητής, ο κουρασμένος διαβάτης... Και ο Άγγελος, με ενάργεια, παραστατικά μας «φωτογραφίζει», λες και γυρίζει ταινία (π.χ. την «Αγέλαστη Πέτρα»!)... Να στέκεται, να κάθεται, να πλέκει τα χέρια του στα γόνατα «και να ξεχνά!» Να μη θυμάται πια αν κίνησε την μέρα εκείνη ή αιώνες πριν! (Από την εποχή των Ελευσινίων!). Πότε πήρε το μεγάλο αυτό δρόμο της Ψυχής, που τον οδηγεί στην ιερή, συμβολική, Ελευσίνα... Εδώ εκφράζεται, νομίζουμε, η διάσπαση αλλά και η συνέχεια του χρόνου! Ρωγμές στο χρόνο αλλά και το αιώνιο, συνεχές, κύλισμά του. Το χθες που γίνεται σήμερα, το σήμερα που «κουβαλάει» ή «κρύβει» μέσα του το... χθες! Στιγμές που όλοι μας ζούμε, αυτή την απροσδιοριστία, τη σύγχυση, του χρόνου_ καθώς ο χρόνος συνυφαίνεται με την ύπαρξη, όπως τον προσδιόρισε και τον ερμήνευσε ο Χάϊντεγκερ...
ΟΙ ?ΣΚΛΑΒΩΜΕΝΕΣ ΑΡΚΟΥΔΕΣ? - ΣΥΜΒΟΛΑΚαι φθάνουμε στο στίχο 29, όπου στην ησυχία προβάλλουν.. τ ρ ε ι ς ί σ κ ι ο ι ! «Ένας Ατσίγγανος αγνάντια ερχόταν και πίσωθέ του ακλούθησαν μ? αλυσίδες συρμένες, δυο αργοβάδιστες αρκούδες»! (Πάλι κινηματογραφική εικόνα!). Πιο δυνατή κι έντονη εικόνα της σκλαβιάς, της κάθε σκλαβιάς, όχι μόνο της σωματικής με τα δεσμά στα χέρια και τα πόδια, αλλά και της... ψυχικής, δεν θα μπορούσε να δοθεί. Ο Ποιητής, εδώ και στη συνέχεια, θέλει να μιλήσει για την έλλειψη της Ελευθερίας του υπέρτατου της ζωής και της Ύπαρξης αγαθού... Γιατί βάζει όμως έναν Ατσίγγανο και δυο Αρκούδες; Ο Ατσίγγανος, γόνος μιας φυλής που αρκετοί την θεωρούν καταραμένη! (Ίσως διότι έφτιαξαν τα «καρφιά» που σταύρωσαν τον Κύριο). Να δείξει ότι αφέντης-δυνάστης είναι ένας αμόρφωτος, κτηνώδης, απολίτιστος! Και «φυλακίζει», «δεσμεύει», τυραννά ένα από τα πιο περήφανα και εντυπωσιακά, σε θωριά, ζώα... την... Αρκούδα! Την Αρκούδα, τη γεννημένη για Λευτεριά και ζωή (γι? αυτό, λεν, ότι σκλαβωμένες πεθαίνουν νωρίς από μαρασμό! Δεν το ξέρω αν είναι αληθινό, αλλά το... πιστεύω!). Έτσι ζύγωσαν τον Ποιητή! «Ο Γύφτος, πριν καλά προφτάσω να τον κοιτάξω, τράβηξε απ? τον ώμο το ντέφι και, χτυπώντας τ ?να χέρι, με τ? άλλο έσυρε με βία τις αλυσίδες. Και οι δυο αρκούδες τότε στα δυο τους σηκώθηκαν, β Η υποταγή πια, μετά από βασανισμούς, βασανιστήρια στο Δυνάστη, ανθρώπου και ζώου! Ο Δυνάστης και Τύραννος σκλαβώνει την Ομορφιά, τη Δύναμη, την Υπερηφάνεια. Σκεφθείτε, φίλοι μου αγαπημένοι, τα πανέμορφα, δυνατά Λιοντάρια, τις άγριες, όμορφες Τίγρεις κ.ά. ζώα πως καταντούν, μετά από μαρτύρια και άσκηση, απλά αθύρματα, φτωχές «μαριονέτες» στα χέρια κάποιου άσπλαχνου θηριοδαμαστή. Πως πια, αδύνατα και εξαντλημένα, υπακούουν στα κελεύσματα του θηριοδαμαστή..., σαν αυτές τις «αργοβάδιστες αρκούδες» ακούγοντας το ντέφι του Ατσίγγανου! Σκεφθείτε ακόμη, πιο μακριά, πιο μεταφυσικά ή μεταφορικά μήπως όλοι μας, δεν είμαστε «αρκούδες»! που ακούμε ή χορεύουμε στο «ντέφι» κάποιου Δυνάστη ή κάποιου Εξουσιαστή ή κάποιας Μεγάλης Υπερδύναμης; Οι απαντήσεις και οι προεκτάσεις... δικές σας! Μήπως και εμείς είμαστε «δεμένοι» (με εισαγωγικά!) ή δεσμευμένοι, με αόρατες αλυσίδες (κάποιας εξουσίας, κάποιου «Μεγάλου Αδελφού» ή κάποιου ηλεκτρονικού φακελώματος! ή της Παγκοσμιοποίησης) και «χορεύουμε» καθώς κάποιοι μας παίζουν το «ντέφι τους»;! (Απλώς, επιτρέψατέ μου, να ρωτήσω και να μην απαντήσω! Καρτερώ τη δική σας απάντηση!) Ίσως είμαστε απλώς « δ έ σ μ ι ο ι » της ειμαρμένης μας, όπως και ο ίδιος ο θεάνθρωπος: «Δεσμώτης» (σαν τον Προμηθέα) των Εβραίων, της Ρώμης, της ίδιας της θείας αποστολής του!
Η ?ΣΤΑΥΡΩΜΕΝΗ ΜΑΝΑ?«Ως πότε θα Σε βλέπω σταυρωμένη στο σταυρό της ιερής θηλύτητάς Σου...» («Λιλίθ») Και οι αρκούδες, στην «Ιερά Οδό» του Σικελιανού, αρχίζουν το... χορό! «Η μία, (ήτανε η μάνα, φανερά), η μεγάλη, ανασηκώθη ξάφνου τρανή... σαν προαιώνιο να ?ταν ξόανο Μεγάλης Θεάς, της αιώνιας Μάνας» της Γης. Μια έντονη μητριαρχία! Τι όμορφη, ζωντανή, συμβολική, λυρική εικόνα! Ναι, ήταν παλαιά, στους μυθικούς χρόνους «ξόανο θεάς» και έγινε μετά η Μεγάλη Θεά, η Δήμητρα στα Ελευσίνια, για να μας υποδεχθεί σε λίγο... αν φθάσουμε στο Ιερό της. Και πιο πέρα μας λέει ο Άγγελος ήταν Αλκμήνη (για τον καημό του γιου της του Ηρακλή) και τέλος και ύψιστο Παναγιά! (Τι πιο συγκλονιστικό! Σκεφθείτε... τον πόνο της Παναγιάς-μάνας. Και ο κύκλος ο μαρτυρικός της Μάνας κλείνει ή ανοίγει με του Χριστού το μαρτύριο και τη σταύρωση. Και ο Σικελιανός στο ωραίο ποίημά του «Ο Δωδεκαετής» μας προσφέρει θαυμάσιους στίχους για την Παναγιά, τη μάνα που με τη σιωπή τρέφει τη μεγάλη αγάπη του σπλάχνου της...). Και ο πόνος, η πίκρα της σκλαβιάς, η οδύνη για το τράβηγμα από το Γύφτο της αλυσίδας από της μικρής αρκούδας το ρουθούνι, ματώνει της μάνας-Αρκούδας την καρδιά, που «ορθωμένη από τη βία του χαλκά και της άμοιρης στοργής της, αρχίζει και αυτή ν? ορχίεται ζωηρά»! Και ο Ποιητής, τα θωρεί όλα τούτα και τρομάζει σύγκορμα. Αηδιάζει μ? όλη τούτη την αριά». απαίσια, φρικτή σκηνή και μας αποκαλύπτει στο στίχο 75 το μυστικό του! «μαρτυρικό τεράστιο σύμβολο όλου του κόσμου, τωρινού και περασμένου, τεράστιο σύμβολο του πόνου του πανάρχαιου» Τι πιο δυνατό, αλληγορικό, μεταφορικό θα μπορούσε η Ποίηση, η Αληθινή, να μας προσφέρει ως σύμβολο; Θα επιθυμούσαμε να επισημάνουμε δυο λέξεις ? κλειδιά στο ποίημα, στους στίχους 68 και 71 «έξω από το χρόνο» «ήμουν έξω από το χρόνο», που φαίνεται ότι ενώ ο Ποιητής ζει τη στιγμή, στιγμιαία υπερβαίνει το... χρόνο, γίνεται διαχρονικός... Ίσως και... α ι ώ ν ι ο ς ! Στο στίχο 90 ακούμε την... καρδιά του Ποιητή να βογκάει (και η δική μας μαζί του!). Και κάθε γνήσιος, αληθινός... π ο ι η τ ή ς υποφέρει, βογκάει με όσα... βλέπει, αισθάνεται... σε μια κατάσταση αυτοσυνείδησης, ευαισθησίας, υπευθυνότητας. Ο ποιητής πάντα, τελικά αυτοβασανίζεται!...
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑΗ Διαχρονικότητα και η Επικαιρότητα του ποιήματος του Σικελιανού, γίνεται ολοφάνερη αν συλλογισθούμε τα θέματα και τα προβλήματα που μας ταλανίζουν, απασχολούν όλους και σε ορισμένες περιοχές «βάφονται με αίμα», δάκρυα, πόνο και καταστροφές. Μιλάμε, όπως σ? όλους είναι κατανοητό: 1) Για την Παγκοσμιοποίηση, που ριχνόμαστε, θέλουμε ? δεν θέλουμε, σ? ένα «καζάνι που βράζει» ή σ? ένα «μύλο που αλέθει» και μας κάνει «κιμά» ή μας μεταμορφώνει σε μικρούς «ρινόκερους» για να θυμηθούμε το ομώνυμο έργο του Γαλλορουμάνου Ιονέσκου! Μια ομοιογενοποίηση, μια υποταγή σε κελεύσματα ανώτερης Αρχής (που ενίοτε δεν γνωρίζουμε!), μια (απο)στέρηση ατομικής ελευθερίας. Είμαστε άραγε «αρκούδες»; Δεν γνωρίζω! Έχω το δικαίωμα να ρωτώ, έστω και αν αγνοώ την απάντηση! 2) Όταν τα ατομικά δικαιώματα, με διάφορους εύσχημους ή μη τρόπους, «καταπατώνται»!, η προσωπική μας ελευθερία περιορίζεται και ζούμε μια «αλλοτρίωση», μια ?αποξένωση?. Σίγουρα θυμόμαστε την «Ιερά Οδό»! Ευχόμαστε και ελπίζουμε ότι η στιγμή της πλήρους «συναδέλφωσης» (και όχι «παγκοσμιοποίησης»!), της πλήρους ελευθερίας και ανεξαρτησίας «θε νάρτει». 3) Το πιο ε π ί ? κ α ι ρ ο , έρχεται από την Παλαιστίνη (Ίσως και από άλλες του Πλανήτη μας περιοχές)! Εκεί, όπως γράψαμε πρόσφατα (ως δική μας α ν τ ι ? φώνηση! στο ποίημα του Σικελιανού) «όπου η μικρή Λεϊλά» (η 16χρονη Παλαιστίνια) «διάβαζε το «ημερολόγιο της Άννας Φράνκ»!» όταν (με την αδόκητη, βάναυση επίθεση των Εβραίων!) «τα αδέλφια της γιόμισαν αίμα!» και μένουν ά ? τ α φ α ! (Μοναδικό μνήμα! τους η μνήμη μας!). Χωρίς να παραβλέπουμε και το φανατισμό των απελπισμένων Παλαιστινίων που θυσιάζονται σκορπώντας και αυτοί το θάνατο σ? ήσυχους, «αθώους» Εβραίους! Αν διαβάσει κανείς την π ο ί η σ η Εβραίων και Αράβων (σ? έξοχη μετάφραση του αξέχαστου Κωστή Μοσκώφ) θα δει ομοιότητες με το ποίημα του Άγγελου! θα αντιληφθεί ότι ο «θ ύ τ η ς» (όποιος και αν είναι, από όποια πλευρά της Παλαιστινιακής γης) είναι και αυτός «θ ύ μα» ! Ας ακούσουμε ένα ποίημα του Παλαιστίνιου ποιητή Μαχμούτ Ντάρβνι: «Υπάρχει καιρός
το θύμα να μιλήσει με το θύτη,
για Ιστορία,
ο θύτης είναι θύμα και αυτός!
Γυρίστε πίσω στο λαό σας,
τα παιδιά σας γυρεύουν παιγνίδια
κι όχι την καρδιά μου» Δεν θα ?πρεπε, φίλοι μου αναγνώστες και ακροατές, στο κοινό γιορτάσι, που ευαγγελίζεται ο Σικελιανός, να ?ρθουν τα θύματα και οι θύτες («θύματα» και αυτοί, του... πεπρωμένου, μιας... ανάγκης ή μιας «στρεβλής» νοοτροπίας, ενός «ανόητου» φανατισμού κ.ά.). Άρα, πιστεύουμε (ίσως και λαθεμένα) το ποίημα «Ιερά Οδός» έχει ευρύτερες, δια-χρονικές και «συμβολικές» π ρ ο ? ε κ τ ά σ ε ι ς. Να γιατί, πέρα του λυρισμού, της εικονοπλασίας, το επιλέξαμε...
ΠΡΟΣ ΤΟ ΦΙΝΑΛΕΜ? ένα έντονο κρεσέντο, ο Σικελιανός μας οδηγεί στο... φ ι ν ά λ ε (που ίσως είναι μια νέα... αρχή!). Σ? ένα συγκλονιστικό φινάλε! Στην ταύτιση των βασανισμένων (της ψυχής τους) και του βασανιστή των (της ά ? π ο ν η ς κι ά κ α ρ δ η ς δικής του ψυχής). Να λυτρωθεί και αυτός! από τον «κακό εαυτό του», από το μίσος, την επιθετικότητα που κουβαλάει μέσα του... Αλλά και του Ποιητή η (ευαίσθητη) ψυχή να σ υ ν α ν τ η θ ε ί μαζί τους, σ? ένα «γιορτάσι» χαρούμενο και λεύτερο, π α γ κ ό σ μ ι ο (που δεν έχει καμιά σχέση με τις «φτηνές» και «υποκριτικές» έννοιες της παγκοσμιοποίησης, αλλά εκφράζει την οικουμενικότητα που ευαγγελίζεται ο Σικελιανός, με τη «Δελφική» κ.ά. ιδέες του). Η αγωνία, ο αγώνας, ο πόνος του Άγγελου ν? απελευθερωθούν όλοι του κόσμου οι σκλάβοι, οι καταδικασμένοι, γίνεται κραυγή απελπισίας και συγχρόνως... ε λ π ί δ α. Να λ ε υ τ ε ρ ω θ ο ύ ν και συγχρόνως να ε ν ω θ ο ύ ν, όλοι αντάμα, μέσα στα ιερά νάματα της Ελευθερίας στο... Ιερό της Ελευσίνας! Μέσα από την Κάθαρση (εκεί μας οδηγεί Ο Δρόμος ο Ιερός!). Μέσα από την Κ ά θ ο δ ο (που πιθανώς συντελούνταν στα Ελευσίνια Μυστήρια)... Κάτι που θυμίζει την... Κάθοδο, την «εις Άδου κάθοδον του Χριστού»_ για να λευτερώσει και να υψώσει τους αμαρτωλούς, τους δυνάστες, όλο τον κόσμο. Όπως ο Θείος Ναζωραίος, «κατεβαίνει» ως θείο φως στον Άδη να καταργήσει τον... θάνατο και να προσφέρει την αιωνιότητα.. την καθαρμένη πια ψυχή! Και αυτό μέσα από το μαρτύριο και τη σταύρωση... Στο ποίημά του «Μελέτη θανάτου», όπου ο έρωτας φωτίζει τα σκοτάδια και τα σκοτεινά συναισθήματα... ο Σικελιανός μας παρουσιάζει, με μεγαλόπρεπους στίχους, την κάθοδο της Αστάρτης στον Άδη... αφού λούστηκε στα άγια ύδατα, χτενίστηκε, τα χείλη της έβαψε και φόρεσε τις εφτά στολές της... «να μπάσει το ανέσπερό της φως μέσα στον Άδη να καταλύσει η γύμνια της τον Άδη»
(?ΜΕΛΕΤΗ ΘΑΝΑΤΟΥ?)Σ? αυτό ο έρωτας γίνεται η πρόφαση αλλά και το σπιρούνισμα να οιστρηλατηθεί η ψυχή μας στους χώρους της Αθανασίας. Στην Ιερά Οδό, η σκλαβιά, η δέσμευση, η ταπείνωση και ο εξευτελισμός μας σπρώχνουν, μας ωθούν, μας έλκουν προς τη Λευτεριά και την Αδελφοσύνη όλων! Ο Σικελιανός, με το ποίημα αυτό, όπως και με άλλα, προβάλλει ως Οραματιστής μιας πανανθρώπινης Ενότητας! Πώς όμως θα επιτευχθεί όλο αυτό το κοινό γιορτάσι; Πώς θα συμφιλιωθούν όλα αυτά, σκλάβος και εξουσιαστής, (θύμα και θύτης) ποιητής και εμείς μαζί του; Γι? αυτό μας έβαλε ο Άγγελος στην... Ιερά Οδό! Διότι, εκεί στο τέρμα, στο Κ α - θ α ρ τ ή ρ ι ο , το Τελεστήριο της Ελευσίνας, μπορεί να γενεί η... Α π ? ε λ ε υ θ έ ρ ω σ η των σκλάβων, η Α π ? ελεθέρωση του δυνάστη και η δ ι κ ή μ α ς (του καθενός μας). Κάθαρση, Λευτεριά, Οικουμενικότητα... Να λάμψει και να... φωτίσει η πολυπόθητη Λ ε υ τ ε ρ ι ά ... και ό λ ο ι, αντάμα, βασανιστές και βασανιζόμενοι, θύτες και θύματα να «περάσουμε», να «εξαγνισθούμε» μέσα από τη θεία... Κ ά θ α ρ σ η! Να καθαρθούμε! Έτσι πια, λεύτεροι και καθαροί (στο σώμα και τη ψυχή) θα γιορτάσουμε όλοι μαζί, αντάμα ως ένας, συμφιλιωμένοι και εξαγνισμένοι! Έτσι εύχεται ο Ποιητής και ρωτάει εναγωνιώς αλλά και μ? ελπίδα: « Θα ?ρτει τάχα ποτέ; θε νάρθει η ώρα;» (στίχος 92) Και άρχισε να βραδιάζει (στ. 96) και όπως στην αρχή, έτσι και στο τέλος... από την «πληγή» που άνοιξε η... «μοίρα» μπαίνει το... «σκότος»! (Στην αρχή ήταν ο ήλιος (στίχος 2) και πάλι το... «καράβι», μήπως η «ψυχή του Ποιητή»;, ολοένα... και «βουλιάζει»! Και ο Ποιητής (ίσως και ο Αναγνώστης, δηλαδή «εμείς» μαζί του) βουλιάζουμε! π ν ι γ ό μ α σ τ ε ! Και μέσα στη συμφορά, το βύθισμα... την απελπισία... ανορθώνεται η... ελπίδα... σα «μούρμουρο»! Μέσα από τον πνιγμό, το βύθισμα! από τη ψυχή (και το πνεύμα) του... Ποιητή βγαίνει η Μεγάλη Κραυγή της Λύτρωσης και της Ελπίδας... Μια Κραυγή, με την οποία κλείνει (όμορφα και ελπιδοφόρα όλο αυτό το συμβολικό, το διαχρονικό και μεγαλειώδες «ποίημα») δηλαδή τ ε λ ε ι ώ ν ε ι ... Έτσι στο τ έ λ ο ς , με μια πρωτόφαντη βεβαιότητα, απαντά στο ρώτημα του στίχου 92 «θάρτει τάχα ποτέ;
θε νάρθει η ώρα;»
ο Ποιητής βροντοφωνεί:
« Θα ?ρτει » !

 

Αρκούδα και Έθιμα

 Το πρωί της Πρωτοχρονιάς όλοι μικροί-μεγάλοι, νέοι-γέροι ακόμα και τα αβάπτιστα, πλενόνται με τρεχούμενο νερό, γιατί την ημέρα αυτή γέννησε η αρκούδα, η οποία στη συνέχεια πλύθηκε. Έτσι, τα νερά που τρέχουν κουβαλούν τη δύναμή της που την αποκτούμε και εμείς. Σήμερα σε πολλά χωριά της περιοχής της Φλώρινας, φτιάχνουν τηγανίτες (Πολυπόταμος, Άλωνα, Τρίβουνο κλπ.), που τις τρώνε μετά τον εκκλησιασμό, ώστε η αρκούδα να μην κάνει ζημιές στα κτήματα και τα γεννήματα γιατί την ημέρα αυτή γεννιέται η αρκούδα κι αν γεννήσει επώδυνα, μουγκρίζει πολύ από τον πόνο, την φοβούνται τα ζωντανά και καθώς τα πιάνει πανικός από τον φόβο, φεύγουν και χάνονται. Με τις τηγανίτες και τις παρακλήσεις καλοπιάνουμε την αρκούδα.

Στο Πισοδέρι, το πρώτο κομμάτι της βασιλόπιτας προσφέρεται στην αρκούδα. Το πηγαίνουν στον «βράχο της αρκούδας», για να το βρει και να το φάει. Η αρκούδα είναι ιερό ζώο της θεάς Άρτεμης, που προστατεύει τις γέννες και λέγεται Άρτεμις Λοχία. (Λάζαρος Μέλιος)

ΣΕΡΡΕΣ

Στο Νομό Σερρών, στην Αγία Ελένη, τη Δευτέρα της Τυρινής συναντάμε το έθιμο του «καλόγερου». Τη γιορτή αυτή αρχίζουν οι Αναστενάρηδες με απόκρυφη μυσταγωγία και συμμετέχουν και οι μίμοι, οι οποίοι συγκροτούν το θίασο: Ο βασιλιάς, το βασιλόπουλο, ο καπιστράς, ο καλόγερος, η νύφη, η μπάμπω και το εφταμηνίτικο, οι γύφτοι με την αρκούδα και τέλος οι κουρούτζηδες (φύλακες). Αφού ο θίασος του Καλόγερου επισκεφθεί όλα τα σπίτια του χωριού, συγκεντρώνονται όλοι οι κάτοικοι στην πλατεία, όπου γίνεται η προετοιμασία του συμβολικού αγρού για τη σπορά και ακολουθεί η σκηνή του θανάτου και της ανάστασης του πρωταγωνιστή Καλόγερου. Μόλις αναγγελθεί η ανάσταση του πρωταγωνιστή, ο θίασος αρχίζει κυκλικό χορό γύρω από το συμβολικά σπαρμένο χωράφι με τον Βασιλιά Σπορέα, στην κορυφή του χορού. Μετά τον χορό ο Αναστενάρης δίνει τις ευχές του και το πλήθος ευχόμενο «κι από του χρόνου» διαλύεται. Η λαϊκή αυτή θρακική λατρεία παρουσιάζει επίσης εμφανή τα γνωστά στοιχεία του αρχαίου Διονυσιασμού. Οι ερευνητές του εθίμου βλέπουν τα πάθη και την Ανάσταση του Καλόγερου ως επιβίωση από τα πάθη του Θεού Διονύσου

 

 

ΝΑΞΟΣ

Η Νάξος θεωρείται η γενέτειρα του Θεού Διονύσου. Από το πρώτο κιόλας Σάββατο της Αποκριάς, ξεκινάει ο εορτασμός, με το σφάξιμο των χοίρων και άλλων εκδηλώσεων. Το μεσημέρι της τελευταίας Κυριακής στην Απείρανθο, εμφανίζονται οι «κουδουνάτοι». Αυτοί φορούν κάπα και κουκούλα, γυρνούν το χωριό κάνοντας θόρυβο και προκαλούν με άσεμνες εκφράσεις. Οι ίδιοι κρατούν «σόμπα», ξύλο που παραλληλίζεται με το διονυσιακό φαλλό. Μαζί τους μπλέκονται ο «Γέρος», η «Γριά» και η «Αρκούδα». Στις αποκριάτικες εκδηλώσεις των «Κουδουνάτων» μπορεί κανείς να δει το «γάμο της νύφης» το «θάνατο», την «ανάσταση του νεκρού» και το «όργωμα». Την Καθαρή Δευτέρα στις κοινότητες Ποταμιά, Καλόξιδο, Λειβάδια κλπ. οι κάτοικοι ντύνονται «Κορδελάτοι» ή «Λεβέντες» γιατί στο φέσι και στους ώμους έχουν κορδέλες. Οι Κορδελάτοι είναι φουστανελοφόροι και η δεύτερη ονομασία τους «Λεβέντες» αποδίδεται στους Πειρατές. Από κοντά τους ακολουθούν και οι ληστές, οι «Σπαραρατόροι», που αρπάζουν τις κοπέλες για να τις βάλουν με το ζόρι στο χορό και το γλέντι, που κρατάει ως το πρωί.

Χοροί

(Λέσβος) Ο ?Αρκουδιάρης ? ή ?Αράπικος? χορός μιμικός και κωμικός ταυτόχρονα, εκτελούνταν από 2 άτομα, από τα οποία το ένα έπαιζε τον πιο σημαντικό ρόλο, ενώ το άλλο χρησίμευε για παρτενέρ. Ρυθμός 2/4 σαν ζωηρός συρτός. Ο χορευτής έκανε άγριες χειρονομίες, γούρλωνε τα μάτια, μιμούνταν την αρκούδα και έκανε πηδήματα, Χορός που χορευόταν κυρίως στο καρναβάλι, ήταν δε για κάποια περίοδο, σχεδόν αποκλειστικότητα ενός βοσκού με το παρατσούκλι ?Μαρούλα?. ?Χόρεψε Αράπη? του φώναζαν και αυτός απαντούσε: ?Δεν έχω κέφι?. Διάλογος στερεότυπος. Παρά την άρνηση όμως άρχιζε να χορεύει καλώντας ταυτόχρονα τον παρτενέρ του. Στη διάρκεια του χορού πετούσαν ο ένας στον άλλον κάστανα.

(Πόντος) Τι Μωμό(γ)ερι ή Τα Μωμο(γ)έρια ή Τα Κοτσσαμάνια Ουσιαστικά πρόκειται για θεατρική παράσταση (λαϊκό δρώμενο) που γινόταν κατά την διάρκεια του δωδεκαημέρου, από όπου και το τραγούδι: Τα μωμοέρια εξέβανε τα φώτα τ' Αγιαννή ατοίν χωρία λάσκουνταν αρ' άμον γυρευοί (ή παλαλοί). Σε ορισμένες περιοχές γινόταν την παραμονή της πρωτοχρονιάς από μικρότερη ομάδα, με λιγοστό διάλογο και περισσότερο χορό με συνοδεία οργάνων. Στο λαϊκό αυτό δρώμενο συμμετείχαν πολλά πρόσωπα με ενδυμασία ανάλογη με το ρόλο που είχε ο κάθε ένας. Ενδεικτικά αναφέρω τον αλογά (τερέμπεης, αγάς), τον κιζίρ, τον δίκολον (από τα δύο οπίσθια, κουβαλάει τον σκοτωμένο αδελφό του στην πλάτη), τον γιατρό, τον κατή (ειρηνοδίκη), τον διάβολο, τη νύφη, τον αρκουδά (αρκουδιάρη), τον άρκον (αρκούδα), τον γέρο κλπ. Τελευταία παρατηρείται το φαινόμενο να προσθέτουν χορευτές με την ποντιακή φορεσιά, κάτι που δεν συνέβαινε στον Πόντο, όπως δεν συνέβαινε αυτό που συναντάμε μόνο στην Κοζάνη (Άγιος Δημήτριος, Κομνηνά) όπου όλος ο θίασος βγαίνει με φουστανέλες. Παρόμοιο ντύσιμο υπήρχε στον Πόντο με σεντόνι τυλιγμένο στη μέση, κάτι σαν φουστανέλα. Ο χορός μπορεί να εκτελείται από όλη την ομάδα ή από ορισμένα άτομα. Παίζεται με όλα τα μουσικά όργανα και συνοδεύεται από τραγούδι. Ο ρυθμός είναι δίσημος 2/4.  

Αρκουδιάρης

 Αρκουδιάρης είναι ο πλανόδιος που εξημερώνει, εκγυμνάζει μια αρκούδα ώστε να μιμείται χορευτικές κινήσεις και την περιφέρει στους δρόμους επιδεικνύοντας τις ικανότητές της προκειμένου να βγάλει το μεροκάματο.
Ο χορός της αρκούδας συνοδεύεται με ένα ντέφι ή τύμπανο που παίζει ο ίδιος. "Μετσκάρια" αποκαλούνται οι αρκουδόγυφτοι. Υπάρχουν αναφορές για τους γύφτους της φάρας των Φιτσίρα, οι οποίοι γύριζαν στις πόλεις και στα χωριά σε μπουλούκι.   Μαζί τους πότε-πότε έσερναν καμιά μαϊμού ή αρκούδι. Έπαιζαν ντέφι, χόρευε η μαϊμού ή το αρκούδι
και μάζευαν καμιά δεκάρα.   Ένας τέτοιος γύφτος Φιτσίρι με τη μαϊμού του έδωσε έμπνευση στο Βάρναλη να γράψει το παλιότερο αριστούργημα του "Το φως που καίει". Ακόμα και από τον 12ο αιώνα, στο σχόλιο του Θεοδώρου Βαλσαμώνος σε συνοδικό κανόνα, αναφέρονται οι Αθίγγανοι ως αρκουδιάρηδες ή γητευτές φιδιών. Από το 1867 επίσης συναντιούνται αρκουδιάρηδες στη Γερμανία, από το 1868 στην Ολλανδία και από το 1872 στους δρόμους της Γαλλίας. Σήμερα το επάγγελμα δεν ασκείται πια.

 

 Εργασίες Αισθητικής Αγωγής

 

 

 

Πρωταγωνιστές : Γιαγιά,   Αρκούδος,   Ελάφι,   Αλεπού, Λύκος

Α΄ Κυνηγός Β΄ Κυνηγός, Φωνή = Άγιος Μόδεστος

          

Ο ΣΤΟΡΓΙΚΟΣ ΑΡΚΟΥΔΟΣ

ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ

Γιαγιά : Γεια σας παιδάκια. Την ευχή μου να έχετε. Σήμερα θα σας διηγηθώ μια ιστορία για ένα άγριο και πολύ δυνατό ζώο. Για να δούμε θα το βρείτε; Να σας βοηθήσω όμως λίγο και εγώ. Μοιάζει με άνθρωπο, αλλά άνθρωπος δεν είναι. Δεν μιλάει, αλλά ουρλιάζει. Της αρέσει να τρώει χελώνες, βατόμουρα και μέλι. Το βρήκατε; ( Παιδιά όλα μαζί ) Ναι! είναι η Αρκούδα.

Γιαγιά : Χμ!. Για να δούμε είναι στ? αλήθεια κακιά και την αντιπαθούν όλοι την αρκούδα; Και βέβαια όχι. Ο λαός μάλιστα πιστεύει πως και τα άγρια ζώα έχουν τον δικό τους άγιο που τα προστατεύει. Ξέρετε ποιόν; Τον Άγιο Μόδεστο. Παρακολουθήστε λοιπόν την παρακάτω ιστορία. ( Η γιαγιά φεύγει ).

Aρκούδος: Ουφ! Τι είναι αυτό που έπαθα σήμερα. Έχω ξεθεωθεί στο τρέξιμο. Μα δεν καταλαβαίνω γιατί όλοι βάλθηκαν να με σκοτώσουν! Γιατί, τι τους έκανα; Γλιτώνω από τον έναν κυνηγό και πέφτω πάνω στον άλλο. Είμαι δυνατός δε λέω αλλά δεν μπορώ να τα βάλω και με τα ντουφέκια. Θα μου πείτε να μείνω στη φωλιά μου για να είμαι ασφαλής! Μα ούτε αυτό γίνεται, γιατί ξέρετε η οικογένειά μου μεγάλωσε. Η γυναίκα μου, μια όμορφη αρκουδίτσα, γέννησε δύο αρκουδάκια. Και αν νομίζετε ότι επειδή είμαστε άγρια ζώα δεν αγαπάμε τα παιδιά μας κάνετε πολύ μεγάλο λάθος. Τα λατρεύουμε. Και έτσι βρήκαμε ένα λαγούμι αλεπούς, αφήσαμε τα μωρά μας και βγήκαμε για κυνήγι, εκείνη στο ένα βουνό και εγώ στο άλλο. Όμως δυστυχώς δεν μπορώ να βρω τίποτα. Και ξέρετε γιατί; Γιατί όλα τα έχουν εξαφανίσει οι κυνηγοί. Και να πεις ότι αυτοί τα έχουν ανάγκη; Όχι! Έτσι για το κέφι τους τα σκοτώνουν. Ενώ εγώ τα θέλω για να θρέψω τα παιδιά μου, γιατί αλλιώς θα μου πεθάνουν από την πείνα .

Λύκος: Καλημέρα γείτονα.

Αρκούδος : ?μέρα.

Λύκος: Μα τι σου συμβαίνει; Σ? ακούω τόση ώρα να μουρμουρίζεις, πες μου έχεις τίποτα;

Aρκούδος : Τι να ?χω ο δόλιος λύκε μου. Γέννησε η γυναίκα μου.

Λύκος: Αυτό είναι πολύ ευχάριστο! Να σου ζήσουν τα μωρά. Πόσα είναι;

Αρκούδος : Σ? ευχαριστώ! Είναι δύο, αλλά δεν βρίσκω τροφή λίγο κρέας για τα μωρά. Για μένα δεν με νοιάζει ξέρεις ας μείνω νηστικός δεν πειράζει! Τα παιδιά μου όμως?

Ελάφι: Μου φαίνεται απίστευτο εσύ ένα τόσο δυνατό ζώο να μη βρίσκεις τροφή για τα παιδιά σου.

Αρκούδος : Κι όμως, ας όψονται οι κυνηγοί. Αυτοί φταίνε. Κυνηγούν για το κέφι τους, έτσι για να περηφανεύονται και δεν σκέφτονται εμάς τα ζώα τι θ? απογίνουμε. Δεν τους φτάνει που έχουν τα Σούπερ-Μάρκετ και μπορούν να αγοράσουν ότι θέλουν; Τι δουλειά έχουν εδώ στο δάσος; Ας μας αφήσουν πια στην ησυχία μας. Εγώ πίστεψέ με γείτονα, αν μπορούσα να πάω στο Σούπερ-Μάρκετ δεν θα σκότωνα ποτέ μα ποτέ ξανά ζωάκι.

Λύκος : Έχω μονάχα ένα κόκαλο να σου χαρίσω, μου έμεινε από ένα κατσίκι που έτρωγα. Δεν είναι βέβαια για χόρταση, αλλά στο χαρίζω αφού είναι για τα μωρά σου.

Αρκούδος : (Tο παίρνει ) Σ? ευχαριστώ λύκε μου. Ύστερα λένε πως εμείς τα άγρια ζώα δεν έχουμε αισθήματα. Έχουμε και παραέχουμε !

Λύκος : Παρακαλώ δεν κάνει τίποτα. Χαιρετισμούς στην οικογένειά σου.

Αρκούδος : Στο καλό γείτονα μου, στο καλό! Είσαι πολύ καλός φίλος! ( Oλύκος φεύγει ) Μμμ! Πεινάω σαν λύκος που λένε! Πολύ θα ήθελα να γλείψω εγώ αυτό το κόκαλο. Αλλά τι είναι αυτά που λέω, τρελάθηκα; Πρέπει να το πάω στα παιδιά μου. Ας τραγουδήσω λίγο για να ξεχάσω την πείνα μου. (Τραγουδά με βραχνή φωνή στο σκοπό «Μια ωραία πεταλούδα» ).

Τα ωραία μου αρκουδάκια,

τα ωραία μου αρκουδάκια

στο λαγούμι μια φορά

περιμένουν κοκαλάκι

πεινασμένα τρομερά.

 

 

ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ

                                           Μες στο πράσινο δασάκι

                                          τη φωλίτσα του έχει φτιάξει

                                           κάθε όμορφο ζωάκι

                                           και περνάει μια χαρά.

 

                                           Κάτω απ' τη σκιά των δέντρων

                                           παίζει, τρέχει εδώ κι εκεί

                                           και μαζί με τ' άλλα ζώα

                                           απολαμβάνει τη ζωή.

 

Ελάφι:     Είμαστε τυχεροί, φίλε μου, που ζούμε μες στο δάσος, μες στον καθαρό αέρα. Πάρε μια βαθιά ανάσα.

Μ, μ, μ... (Παίρνουν μια βαθιά ανάσα). Τι σου μυρίζει;

ΑΡΚΟΥΔΟΣ: Πεύκο και λυγαριά.

Ελάφι:      Είδες που στο 'λεγα; Αν ήσουν στην πόλη, τι Θα μύριζες;ΑΡΚΟΥΔΟΣ: Τι;

Ελάφι:     Καυσαέριο.

ΑΡΚΟΥΔΟΣ:Γκουχ, γκουχ (βήχει). Με πιάνει βήχας και μόνο που το σκέπτομαι.

Ελάφι:Μυρίζει καυσαέριο στην πόλη, γιατί κυκλοφορούν χι­λιάδες αυτοκίνητα και δεν υπάρχουν παρά λιγοστά δέντρα.

ΑΡΚΟΥΔΟΣ:Και βέβαια, δεν υπάρχουν, αφού οι άνθρωποι τα καίνε ή τα ξεριζώνουν, για να φτιάξουν πολυκατοικίες και εργο­στάσια.

Λύκος:Απ' το πρωί ως το βράδυ δουλεύουν. Μόνο τις Κυριακές έρχονται εδώ στο δάσος να ξεκουραστούν και ν' απο­λαύσουν λίγο καθαρό αέρα.

ΑΡΚΟΥΔΟΣ: Οι καημένοι είναι αξιολύπητοι.

Ελάφι:Μόνο εμείς τα ζωάκια ξέρουμε να χαιρόμαστε τη ζωή. (Ακούγονται τουφεκιές και τα ζωάκια τρέχουν να κρυφτούν πίσω από τα δέντρα. Την ίδια στιγμή μπαίνουν στη σκηνή οι κυνηγοί με τις στολές τους και τα όπλα τους. Τραγουδούν και περπατούν ρυθμικά).

 

ΑΡΚΟΥΔΟΣ: Έρχονται οι κυνηγοί, πάμε να φύγουμε γρήγορα.

 

 

Κυνηγοί: Περπατώ-περπατώ, μπαμ-μπαμ,

μες στο δάσος γυρνώ.

Ψάχνω εδώ, Ψάχνω εκεί

και κανένας λαγός, μήτε πουλί δε θα ξεφύγει.

Μπαμ - μπαμ, κυνηγοί φοβεροί, τρομεροί,

και κανένα πουλί μην πετάξει

και φύγει, μπαμ - μπαμ.

Α΄ Κυνηγός:- Που λες, Αναστάσιε, μια φορά συνάντησα ένα λιοντάρι... Πως να σου το πω, τέρας ολοζώντανο!

Β΄ Κυνηγός: - Αλήθεια; και εσύ τι έκανες τότε;

Α΄ Κυνηγός: Αρχικά, προσπάθησα να το πυροβολήσω, αλλά μου τελείωσαν οι σφαίρες!
Β΄ Κυνηγός: Σοβαρά! Και μετά τι έκανες
;

Α΄ Κυνηγός: Άρχισα και έτρεχα!

Β΄ Κυνηγός: Και το λιοντάρι;

Α΄ Κυνηγός: Το λιοντάρι με πήρε στο κυνήγι. Από μπροστά έτρεχα εγώ και από πίσω η αρκούδα. Και εκεί που τρέχαμε, πάει το λιοντάρι να με πιάσει και πλατς!! Γλίστρησε.... Εγώ, όπου φύγει- φύγει! Αλλά το λιοντάρι ξανασηκώθηκε και άρχισε πάλι το κυνήγι, μέχρι που πλατς... εκεί που ετοιμαζόταν να με γραπώσει, έπεσε πάλι! Για να μη στα πολυλογώ το ίδιο συνέβαινε ξανά και ξανά μέχρι που τελικά κατόρθωσα να ξεφύγω.

Β΄ Κυνηγός: Πρέπει να είσαι πολύ γενναίος! Εγώ στη θέση σου θα τα είχα κάνει πάνω μου

Α΄ Κυνηγός: Και που νομίζεις ότι γλίστραγε το λιοντάρι;

Β΄ Κυνηγός: Ελπίζω σήμερα να έχεις βάλει σφαίρες στο όπλο σου και να μην τα κάνεις επάνω σου. Τα μάτια σου ορθάνοικτα μπας και βρούμε κανένα καλό θήραμα.

Α΄ Κυνηγός: Πάμε πάμε και τα όπλα μας κρατάμε.

(Οι κυνηγοί μπαίνουν απ' το ένα μέρος της σκηνής και φεύ­γουν απ' το άλλο. Έρχονται πάλι ζωάκια και πουλάκια).

ΕΛΑΦΙ:Ακούσατε τους κυνηγούς; Ποπό! τι άγριοι που ήταν! Πώς μπουμπουνίζουν τα ντουφέκια τους, μπαμ μπουμ! Φοβάμαι, φοβάμαι πολύ. Τρέξτε να κρυφτούμε στις φω­λίτσες μας μην τύχει και μας πετύχουν.

Λύκος:Δεν αγαπούν το δάσος οι άνθρωποι, γι' αυτό το κατα­στρέφουν. Βάζουν φωτιές, κόβουν τα καταπράσινα δε­ντράκια και σκοτώνουν κι εμάς τα καημένα τα ζωάκια. Πόσο σκληρόκαρδοι είναι!

Αρκούδος:Είναι ανόητοι. Δεν καταλαβαίνουν πως η ζωή τους εξαρ­τάται και απ' τη δική μας ζωή. Αν τα δάση καταστρα­φούν από τις πυρκαγιές και όλα εμείς τα ζώα εξαφανι­στούμε, κινδυνεύει και η αφεντιά τους με εξαφάνιση.

Λύκος:Μέχρι όμως να το καταλάβουν, Θα μας καταδιώκουν. Θέ­λουν, βλέπεις, να γεύονται το νόστιμο κρέας μας και να φορούν παπούτσια, παλτά και μπλούζες απ' το δέρμα ή το μαλλί μας.

Ελάφι : Αρκούδε άσε τα λόγια και το κόκαλο και τρέχα να κρυφτείς, κινδυνεύεις! Έρχονται κατά εδώ κυνηγοί με κάτι ντουφέκες τόοσες!

Αρκούδος: Τι είναι αυτά που λες, το κόκαλο δεν το αφήνω με τίποτα προτιμώ να πεθάνω εγώ παρά τα παιδιά μου που περιμένουν νηστικά όλη μέρα σήμερα.

Λύκος : Αρκούδε μου όλοι δα το ξέρουν ότι είσαι καλός πατέρας, αλλά θα σε σκοτώσουν. Άκου όμως να σου πω στα γρήγορα ένα μυστικό. Το άκουσα και εγώ από μια σοφή γριούλα .

Αρκούδος: Έλα, άσε τις φλυαρίες και λέγε γρήγορα.

Ελάφι : Υπάρχει ένας άγιος που προστατεύει τις Αρκούδες, είναι ο άγιος Μόδεστος! Το ήξερες;

Αρκούδος : Όχι , πρώτη φορά το ακούω. Άγιος και να ενδιαφέρεται για μας;

Ελάφι : Γιατί το λες αυτό; Πλάσμα του θεού δεν είσαι και συ; Παρακάλα τον λοιπόν να σώσει και σένα και τα παιδιά σου. Μα πού το βρήκες αυτό το κόκαλο;

Αρκούδος : Δεν το βρήκα μου το χάρισε το τσακάλι.

Ελάφι : Μπράβο του! Φεύγω όμως τώρα γιατί φοβάμαι τους κυνηγούς . Καλή τύχη Αρκούδε.

Αρκούδος : Στο καλό να πας και σ? ευχαριστώ για τη συμβουλή. (Φεύγει το ελάφι). Ας προσευχηθώ σε αυτόν τον Άγιο, πού ξέρετε μπορεί να με λυπηθεί και να με βοηθήσει. (Γονατίζει). Άγιε μου Μόδεστε σε παρακαλώ, σώσε με από τους κυνηγούς για να μπορέσω να πάω το κόκαλο στα παιδιά μου να φάνε . Σε παρακαλώ με όλη μου την καρδιά.

Φωνή : (Ακούγεται η φωνή του Αγίου Μόδεστου χωρίς να φαίνεται). Άκουσα την προσευχή σου Αρκούδε, και επειδή είσαι καλός πατέρας και βάζεις πάνω απ? όλα τα παιδιά σου, θα σε προστατέψω και από σήμερα θα με έχεις στο πλευρό σου πάντα.

Αρκούδος: Σ? ευχαριστώ Άγιε μου Μόδεστε, σ? ευχαριστώ. (Σηκώνεται και τρέχει στη φωλιά του. Ανοιγοκλείνετε μόνο την κουρτίνα ή σηκώνετε ένα χαρτόνι που παριστάνει ένα λαγούμι και μέσα είναι ζωγραφισμένα δύο αρκουδάκια).

 

 

 

 

ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ

Αλεπού : Μπα, μπα, μπα για πού έτσι βιαστικός, βιαστικός;

Αρκούδος : Καλή μου κυρα-Μαριώ άφησα τα μωρά στο λαγούμι σου και έχω βγει να φέρω τροφή να τα ταΐσω.

Αλεπού : Τι είπες; Στο δικό μου λαγούμι άφησες τα μωρά σου; Μωρέ τι μας λες; Και τι είναι το λαγούμι μου παιδικός σταθμός; Άσε που θα μου το έχουν λερώσει κιόλας και το είχα πεντακάθαρο. Τώρα θα δεις! θα πετάξω έξω τα βρομόπαιδα σου, ώσπου να πεις κύμινο.

Αρκούδος : Λυπήσου μας κυρα-αλεπού, αφού το ξέρω ότι εσύ έχεις καλή και μαλακή καρδιά, όταν θέλεις.

Αλεπού : Να τα αφήσεις αυτά και δεν με ρίχνεις εμένα. Η γυναίκα σου πάλι πού είναι; Επειδή την λένε όμορφη το έχει πάρει πάνω της και σίγουρα θα καθρεφτίζεται σε καμιά λίμνη.

Αρκούδος : Την αδικείς αλεπού, τρέχει και αυτή η καημένη από το πρωί στο απέναντι βουνό να βρει τροφή.

Αλεπού : Δεν με νοιάζει! Εγώ πάντως θα πετάξω τα μωρά σου έξω και ας πάθουν ότι να ?ναι.

Φωνή : (Πάει να κάνει μια κίνηση και τότε ακούγεται η φωνή). Μην πειράξεις τα μωρά αλεπού, γιατί θα έχεις να κάνεις μαζί μου.

Αλεπού : Μπα! Και ποιος είσαι εσύ και με διατάζεις;

Φωνή: Είμαι ο Αϊ-Μόδεστος, ο προστάτης των άγριων ζώων.

Αλεπού: Προστάτης των άγριων ζώων; Μα καλά έχουν προστάτη και τα άγρια ζώα;

Πρώτη φορά το ακούω αυτό.

Φωνή: Είναι και αυτά πλάσματα του θεού γιατί να μην έχουν τον προστάτη τους. Έτσι και πειράξεις όμως τα μωρά αλίμονό σου. Θα σου μαδήσω την ουρά τρίχα τρίχα.

Αλεπού: (Τρομαγμένη) Καλά καλά δεν είπα και τίποτα. Άντε αρκούδε πάρε τα μωρά σου και δρόμο. Την ουρά μου την θέλω. (Φεύγει).

Αρκούδος: Σ? ευχαριστώ Άγιε Μόδεστε, σ? ευχαριστώ. (Φεύγει τραγουδώντας ζωηρά το παρακάτω τραγούδι στο σκοπό «Ήταν ένα μικρό καράβι»).

                     Ήτανε δυο μικρά αρκουδάκια ,

                     ήτανε δυο μικρά αρκουδάκια.

                     Που ήταν αααπονήρευτα,

                     που ήταν αααπονήρευτα

                     Ωέ, ωέ, ωέ, ωέ

                     Και πέσαν σε μικρό λαγούμι

                     Και πέσαν σε μικρό λαγούμι

                     της αλεπούς, πους, πους της πονηρής,

                     της αλεπούς, πους, πους της πονηρής

                     Ωέ, ωέ, ωέ, ωέ.